Ο Ναός του Ολυμπίου Διός ή Ολυμπιείο ή στην καθομιλουμένη Στύλοι του Ολυμπίου Διός, άρχισε να κατασκευάζεται τον 5ο αιώνα π.Χ. και ολοκληρώθηκε το 2ο αιώνα μ.Χ. από το Ρωμαίο αυτοκράτορα Αδριανό. Ήταν ο μεγαλύτερος ναός της Ελλάδας κατά τους Ελληνιστικούς και Ρωμαϊκούς χρόνους.
Ιστορία
O τύραννος της Αθήνας Πεισίστρατος ο νεότερος ξεκίνησε το 515 π.Χ. την ανέγερση ενός ναού αφιερωμένου στον Oλύμπιο Δία, στη δυτική όχθη του Ιλισού, όπου προϋπήρχε λατρεία του Διός. Σύμφωνα με την αθηναϊκή παράδοση, ο Δευκαλίων είχε δει στο σημείο αυτό να αποτραβιούνται τα νερά του κατακλυσμού μέσα στην κοίτη του Ιλισού. O πεισιστράτειος ναός ήταν δωρικός, χτισμένος από πωρόλιθο. Oι σπόνδυλοι κιόνων που βρέθηκαν κατά τις ανασκαφές του χώρου μαρτυρούν τις τεράστιες διαστάσεις του αρχικού κτίσματος. Όταν οι Πεισιστρατίδες εκδιώχθηκαν, ο ναός έμεινε ημιτελής, γιατί είχε συνδεθεί με τους μισητούς τυράννους.
Κατά την ελληνιστική περίοδο, ο Σελευκίδης Αντίοχος Δ’ Επιφανής επιχείρησε να ολοκληρώσει το ναό στο διάστημα 174-163 π.Χ., μετατρέποντάς τον σε ναό κορινθιακού ρυθμού, αλλά με τις ίδιες μνημειακές διαστάσεις. Oι οικοδομικές εργασίες και πάλι δεν ολοκληρώθηκαν, λόγω του θανάτου του Αντιόχου. Ο Σύλλας κατέστρεψε το ναό το 86 π.Χ. και μετέφερε τους κίονες στη Ρώμη για να στολίσουν το ναό του Καπιτωλίου Διός. Κάποιοι χάθηκαν σε ναυάγιο κατά τη μεταφορά.
Ένας άλλος Ρωμαίος αυτοκράτορας και λάτρης της Αθήνας, ο Αδριανός, κατάφερε να ξαναχτίσει το ναό κατά την περίοδο 125-130 μ.Χ., αυτή τη φορά ολοκληρώνοντάς τον. O νέος ναός ήταν επίσης κορινθιακού ρυθμού, δίπτερος οκτάστυλος. Oι στενές πλευρές του είχαν και τρίτη κιονοστοιχία, οκτώ κιόνων, ενώ οι μακρές πλευρές είχαν από είκοσι κίονες. O κυρίως ναός ήταν τριμερής, με πρόναο κλειστού τύπου, σηκό και άδυτο. Στο σηκό υπήρχαν εσωτερικές κιονοστοιχίες για τη στήριξη της στέγης. Εκεί επίσης βρισκόταν το κολοσσιαίο άγαλμα του Διός, αλλά και ένα άγαλμα του αυτοκράτορα, ο οποίος φαίνεται ότι λατρευόταν ως θεός στο ναό αυτό.
O ναός περιτειχίστηκε με ορθογώνιο περίβολο διαστάσεων 206 x 129 μέτρων, μεγάλο τμήμα του οποίου σώζεται και σήμερα.
Από τον τεράστιο ναό του Oλυμπίου Διός σώζονται μόνο 16 κίονες, 13 στη νοτιοανατολική πλευρά και 3 στη νότια, εκ των οποίων ο μεσαίος είναι πεσμένος καταγής και χωρισμένος στους σπονδύλους του. Η καταστροφή του ναού πρέπει να οφειλόταν αρχικά σε φυσικά φαινόμενα και ιδιαίτερα σε σεισμούς. Ωστόσο, κατά την περίοδο της Oθωμανοκρατίας, η κατάσταση του μνημείου επιδεινώθηκε, καθώς οι σπόνδυλοι καίγονταν για να παραχθεί ασβέστης, ο οποίος χρησιμοποιούνταν ως δομικό υλικό. Αλλά και στην ύστερη περίοδο της Oθωμανοκρατίας, Την ίδια περίοδο, όπως προκύπτει από μαρτυρίες και γκραβούρες της εποχής, ένας ασκητής, γνωστός ως Στυλίτης, είχε εγκατασταθεί σε έναν από τους κίονες.
Μαρτυρία [Οθωμανική επίκληση για βροχή στο Ολυμπείο]
Ο Σκωτσέζος συγγραφέας και πολιτικός John Galt, στο βιβλίο του “Voyages and Travels in the Years 1809, 1810 and 1811” περιγράφει μία σκηνή από τον -ακόμα υπό Οθωμανική κατοχή- Ναό του Ολυμπίου Διός και πώς αντιδρούσαν οι διάφορες θρησκευτικές ομάδες της Αθήνας στην ανομβρία και τον λιμό της εποχής, δημιουργώντας μία ενδιαφέρουσα εικόνα:
“…Δημόσιες προσευχές για βροχή διατάχθηκαν για εννιά συνεχόμενες ημέρες και άρχισαν σήμερα το πρωί. Οι πρώτες τρεις παραχωρήθηκαν στους Οθωμανούς, οι επόμενες στους Άραβες και τους δούλους, και οι τελευταίες τρεις στους Χριστιανούς. […] Οι τρεις επικεφαλής εμίρηδες, με ένα προπορευόμενο αγόρι ο καθένας, κουβαλώντας το Κοράνι στο κεφάλι τους και ακολουθούμενοι από όλους τους Τούρκους της πόλης, προχώρησαν σε πομπή προς το μέρος όπου βρίσκονται τα ερείπια του ναού του Ολύμπιου Δία. […] Οι Εμίρηδες επαναλάμβαναν την προσευχή για την περίσταση αυτή, από χαρτιά που κρατούσαν στα χέρια τους, και οι Τούρκοι αποκρίνονταν Αμήν στο κλείσιμο κάθε πρότασης…”
(John Galt, Voyages and Travels in the Years 1809, 1810 and 1811, London 1812)
Στο ARPoliS
Ο Ναός του Ολυμπίου Διός είναι ένα από τα μνημεία που φιλοξενούνται στην εφαρμογή του ARPoliS και είναι διαθέσιμος σε τρισδιάστατη αναπαράσταση τόσο στην Ρωμαική Εποχή, όσο και στην Οθωμανική. Επιπλέον, συνοδεύεται από πλήθος αναπαραστάσεων, φωτογραφικού υλικού και μαρτυριών.